Όπως θα έχετε καταλάβει από τον λίγο καιρό που γράφω εδώ ή γνωρίζετε επειδή με ξέρετε από πριν, κάνω μια δουλειά η οποία απαιτεί από εμένα να βρίσκομαι κυρίως Σάββατα και Κυριακές στο γραφείο. Είναι ευχάριστες μέρες μπορώ να πω, γιατί οι περισσότεροι δεν δουλεύουν, οπότε οι δρόμοι είναι άδειοι και οι διαδρομές προς και από την εργασία, ευχάριστες.
Όχι όλες όμως, που θα έλεγαν και οι Γκοσκινί και Ουντερζό στο Αστερίξ.
Καλό μήνα αρχικά. Όπως κάθε Κυριακή, έτσι και σήμερα, 1/11/2009, πήγα στο μετρό της περιοχής μου για να φτάσω στη δουλειά μου. Μένω στο Αιγάλεω, τερματικός σταθμός. Κατέβηκα στις πλατφόρμες και περίμενα τον συρμό να φτάσει. Ένα ζευγάρι καθόταν στα αριστερά μου και πίσω μου δεν υπήρχε κανείς.
Παρατήρησα για ελάχιστα δευτερόλεπτα τόσο την κοπέλα όσο και το παλικάρι, όπως ο καθένας επεξεργάζεται τις πληροφορίες γύρω του. Δυστυχώς για αυτούς, το έκανα όπως το κάνω πάντα. Κατά διαστήματα… Η κοπέλα με κοιτάζει, στρίβει το κεφάλι της και λέει στο παλικάρι: «Κοίτα τι φοράει». Αυτός γύρισε και με… κάρφωσε με το βλέμμα του, σαν να κοίταζε τον χειρότερο δολοφόνο ή κάποιον που του βίασε την μάνα.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν σκοπεύω να σας πω τι φορούσα. Ούτε τι φορούσαν εκείνοι. Προφανώς δεν πραγματεύομαι τις ενδυματολογικές προτιμήσεις του καθενός. Αναφέρομαι στον… ρατσισμό των ρούχων. Τον άκρατο κομπλεξισμό που έχει ο άνθρωπος, τουλάχιστον ο Έλληνας και η Ελληνίδα, γιατί αυτούς έχω ζήσει, να κρίνει τον άλλον από το τι φοράει. Είτε φοράει ένα πανάκριβο φόρεμα/κοστούμι, είτε τζιν-σωλήνα και σταράκια.
Μπορώ να σας πω ότι οργίστηκα τόσο πολύ που δάγκωσα τα χείλη μου δυνατά, για να μην κατευθυνθώ προς το μέρος τους και τους κάνω ρεζίλι, φωνάζοντας μπροστά σε όλους τι έκαναν και με ποιο δικαίωμα με κρίνουν. Όχι για το τι φοράω. Με ποιο δικαίωμα με κρίνουν γενικότερα.
Προφανώς δεν έδωσα σημασία, παρά μόνο μερικά βλέμματα για να καταλάβουν ότι τους έχω πάρει χαμπάρι. Και δεν θα το κάνω σε κανέναν άνθρωπο που θα γυρίσει να με κοιτάξει υποτιμητικά και θα πει «κοίτα τι φοράει, κοίτα τα μαλλιά του, κοίτα που καπνίζει» ή οτιδήποτε άλλο. Γιατί πολύ απλά η γνώμη μου για αυτούς τους ανθρώπους, είναι αρκετά ελιτιστική για να την κάνω πράξη.
Θέλω να τους δω κρεμασμένους ανάποδα, στην Ομόνοια, ολόγυμνους όπως τους γέννησε η μανούλα τους, να φωνάζουν «δώστε μου ρούχα να βάλω, οτιδήποτε, γιατί κρυώνω».
Όχι όλες όμως, που θα έλεγαν και οι Γκοσκινί και Ουντερζό στο Αστερίξ.
Καλό μήνα αρχικά. Όπως κάθε Κυριακή, έτσι και σήμερα, 1/11/2009, πήγα στο μετρό της περιοχής μου για να φτάσω στη δουλειά μου. Μένω στο Αιγάλεω, τερματικός σταθμός. Κατέβηκα στις πλατφόρμες και περίμενα τον συρμό να φτάσει. Ένα ζευγάρι καθόταν στα αριστερά μου και πίσω μου δεν υπήρχε κανείς.
Παρατήρησα για ελάχιστα δευτερόλεπτα τόσο την κοπέλα όσο και το παλικάρι, όπως ο καθένας επεξεργάζεται τις πληροφορίες γύρω του. Δυστυχώς για αυτούς, το έκανα όπως το κάνω πάντα. Κατά διαστήματα… Η κοπέλα με κοιτάζει, στρίβει το κεφάλι της και λέει στο παλικάρι: «Κοίτα τι φοράει». Αυτός γύρισε και με… κάρφωσε με το βλέμμα του, σαν να κοίταζε τον χειρότερο δολοφόνο ή κάποιον που του βίασε την μάνα.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν σκοπεύω να σας πω τι φορούσα. Ούτε τι φορούσαν εκείνοι. Προφανώς δεν πραγματεύομαι τις ενδυματολογικές προτιμήσεις του καθενός. Αναφέρομαι στον… ρατσισμό των ρούχων. Τον άκρατο κομπλεξισμό που έχει ο άνθρωπος, τουλάχιστον ο Έλληνας και η Ελληνίδα, γιατί αυτούς έχω ζήσει, να κρίνει τον άλλον από το τι φοράει. Είτε φοράει ένα πανάκριβο φόρεμα/κοστούμι, είτε τζιν-σωλήνα και σταράκια.
Μπορώ να σας πω ότι οργίστηκα τόσο πολύ που δάγκωσα τα χείλη μου δυνατά, για να μην κατευθυνθώ προς το μέρος τους και τους κάνω ρεζίλι, φωνάζοντας μπροστά σε όλους τι έκαναν και με ποιο δικαίωμα με κρίνουν. Όχι για το τι φοράω. Με ποιο δικαίωμα με κρίνουν γενικότερα.
Προφανώς δεν έδωσα σημασία, παρά μόνο μερικά βλέμματα για να καταλάβουν ότι τους έχω πάρει χαμπάρι. Και δεν θα το κάνω σε κανέναν άνθρωπο που θα γυρίσει να με κοιτάξει υποτιμητικά και θα πει «κοίτα τι φοράει, κοίτα τα μαλλιά του, κοίτα που καπνίζει» ή οτιδήποτε άλλο. Γιατί πολύ απλά η γνώμη μου για αυτούς τους ανθρώπους, είναι αρκετά ελιτιστική για να την κάνω πράξη.
Θέλω να τους δω κρεμασμένους ανάποδα, στην Ομόνοια, ολόγυμνους όπως τους γέννησε η μανούλα τους, να φωνάζουν «δώστε μου ρούχα να βάλω, οτιδήποτε, γιατί κρυώνω».
Κώστας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν πήγε στράφι ούτε άσκοπα που η ισόβια λατρεία μου για τη λογοτεχνία μ΄ έκανε:
Πιο τσιγκούνη στους ήχους και τις συλλαβές
Απ΄ όσο έγινε ο Μίδας για το χρυσάφι του.
Όσκαρ Ουάιλντ, de profundis