wiki
15/12/11
Η αγάπη των μαρτύρων
Κι αυτή η κολώνα η μοναχή στέριωνε μια ανάμνηση στερνή των αποκλήρων
Ένα σαλόνι σιωπηλό γεμάτο θλίψη και διχόνοια, λίγες στιγμές σου θύμιζε ζωντάνια
Πάνω σε ξύλινο δοκάρι τα όνειρά μας τα ποδοπάτησε η αδυσώπητη γενιά μας
Δεν έμεινε ούτε μια ψυχή να το βαστάει και έπεσε στο βούρκο να κυλάει
Ένα μπαλκόνι κτίρια και κουτσομπόλες, τις γειτονιάς οι φωνές όλες
Και η αυλή με τη γιαγιά μας και την γλυκιά τη λεμονιά μας
Τα αδύναμα τα στερημένα τα παιδιά μας που τα γεμίζει απελπισία και κατήφεια
Απ’ την ταράτσα ήτανε άσχημη η Σελήνη, σου θύμιζε την άδεια σου γαλήνη
Αυτό το βράδυ το στερνό που έσπασε μέσα σου κενό σα χαρακίρι
Οι πόνοι οι αβάσταχτοι να φεύγεις απ’ τους πόνους, τα δάκρυα τούβλα της ψυχής
Και η λύπη σαν τσιμέντο πριν έρθει το κρεσέντο με τις καρέκλες όρθιες
Να σπάνε σα γυαλιά και οι κραυγές να σου θυμίζουν οικογένεια γλυκιά
Σε τούτο το σπιτάκι το αχανές γεννήθηκε η αγάπη των μαρτύρων
Των λουλουδιών της βαρεμάρας, και των παιδιών των αποκλήρων
Κι αν αναμφίβολα πιστεύεις ένα βράδυ πως ο Βαρδάρης θα την πάρει
Να μην ξεχνάς ντουνιά αλλοπαρμένε, πως της απόκληρης γενιάς τα παλικάρια
Δεν τα ακουμπάει ο χρόνος και τα χνάρια, μήτε τα θλιβερά κορίτσια τα σπασμένα
Που σαν κατάρες δέρνουνε τους τοίχους μεσημέρια, γιατί ειν’ ο πόνος αντοχή
Και η γιαγιά μου είχε πει πως κλάμα και αγάπη, πάνε μαζί.
16/8/11
Δημιουργικότητα
Τι είδος… σιχάματα, εκμεταλλευτές αυτού που τους δόθηκε και αυτοκαταστροφικά ανδρίκελα. Αυτό είμαστε. Μια απαίσια ράτσα που αφήνει πίσω της το χάος καθώς “εξελίσσεται”. Το δώρο της φύσης -του κόσμου, αυτού που μας περιβάλλει τέλος πάντων και δεν θα το κατανοήσουμε ποτέ -ήταν η ταχύτητα στην εξέλιξη. Σαν κάτι να μας άγγιξε και να μας έδωσε την ικανότητα να περπατήσουμε μπροστά στο χρόνο, κάνοντας άλματα. Λογικής, τεχνολογίας, ιατρικής. Όλα αυτά προς τα μπρος. Άλματα προς τα πίσω κάναμε στην κατανόηση του κόσμου αυτού, στην αντίληψη της δύναμης που είχαμε κάποτε στα χέρια μας. Και βάλαμε ένα τέλμα, σηκώσαμε ένα τείχος και ορίσαμε.
Σκέτο, ορίσαμε. Βάλαμε όρια στα κορυφαία μυαλά του κόσμου αυτού, σύμφωνα με την εξέλιξη των ειδών. Από τρόπος συντήρησης πόρων, η ανακύκλωση έγινε οικουμενικός αυτοσκοπός σε κάθε τομέα της ζωής. Στην επιστήμη, στην ιατρική, στην σκέψη, στη δημιουργικότητα. Όλα έγιναν γκρίζα και κάθε γενιά που έρχεται στον τόπο αυτό ξέρει πως έχει είναι καταδικασμένη να ζει στη σκιά που έχουν δημιουργήσει οι πρόγονοί της, βασιζόμενοι στην αλλαγή που έφεραν στον κόσμο οι ανατρεπτικοί.
Μουσικοί, ζωγράφοι, συγγραφείς, ποιητές, πολιτικοί, στρατιωτικοί, πολεμιστές, οργανώσεις. Όλοι τους ήταν καταδικαστέοι όσο ζούσαν, δακτυλοδεικτούμενοι. Όταν πέθαναν, έγιναν θρύλοι και όσα πέτυχαν βάρυναν τους επόμενους. Και οι τελευταίοι επειδή βαρέθηκαν, έχτισαν τείχη με τη φήμη αυτών των ανθρώπων και τα όσα άλλαξαν και ο κόσμος αυτός απέκτησε ένα τέλμα.
Αυτό το τέλμα που καθημερινά νιώθω να με κρατάει μακριά από την φύση μου. Δεν θέλω να νιώσω κάτι ανώτερο από ζώο. Μου αρέσει να ξέρει ότι οι ανάγκες μου είναι το φαγητό, το νερό, το σεξ, το κυνήγι, η επιβίωση και αν είμαι ισχυρός κυνηγός, η διαιώνιση του είδους μου. Το μέλλον μου. Ο τρόπος μου μπορεί να διαφέρει από τα γουρούνια, τα λιοντάρια, τις φάλαινες, όμως το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Η βασική διαφορά μου είναι ότι κάποτε είχα την ικανότητα να εξελιχθώ ακόμη περισσότερο, αντίθετα με αυτά τα ζώα που συνεχίζουν να την έχουν γιατί όλα είναι ίσα μεταξύ τους κι αν μια μέρα το μικρό τιγράκι αποφασίσει να περπατήσει στα δυο, κανείς δεν θα του πει όχι.
Ακόμη κι αν του πει, το παιδί του θα το προσπαθήσει ξανά και ξανά και ξανά και μια μέρα, θα περπατήσουν στα δυο. Αλλά δεν το χρειάζονται, γιατί τα τέσσερα πόδια τα βολεύουν. Αντίθετα, ο άνθρωπος πλέον δεν βολεύεται με τίποτα. Θέλει συνέχεια να κάνει τη ζωή του πιο εύκολη και το μοναδικό που καταφέρνει είναι να την κάνει πιο δύσκολη. Οικογένεια, νόμοι, φόροι, αμάξια, πολυτελή σπίτια, εργοστάσια, χρήμα. Όλα τα παραπάνω και εκατοντάδες ακόμη πράγματα έχουν αντικαταστήσει τις τέσσερις απλές ανάγκες: φαγητό, νερό, ύπνος, σεξ.
Αυτοί που αποφάσισαν πως ο κόσμος αυτός θα συνεχίσει να ζει για πάντα έχοντας όρια, σταματώντας να αναζητά κάτι νέο εντός της Γης, έφυγαν προς το διάστημα και αφού το έψαξαν και δεν βρήκαν άλλους οργανισμούς να αφαιμάξουν σταμάτησαν και τις αποστολές στο διάστημα. Οι άρχοντες του σύμπαντος, τα κυλησμένα στο βούρκο πλάσματα που από θαλάσσια όντα κατέληξαν σε δίποδα γεμάτα μίσος για την εξέλιξη, τη μαμά τους.
Γιατί άραγε να επιτρέπεται να επηρεάζεται η δική μου ζωή από όλους τους γύρω μου, ενώ τους περισσότερους θα ήθελα πολύ να τους δω νεκρούς. Όπως ακριβώς το λέω. Γιατί αυτοί, όλοι τους καθημερινά, είναι αυτοί που εμποδίζουν εμένα και τους ανθρώπους να προχωρήσουμε και να σπάσουμε τα τείχη. Να πάμε στην επόμενη γενιά ανθρώπων, στο επόμενο στιλ τέχνης και νοοτροπίας. Κάπου αλλού.
Μοιραία θα έχει ομοιότητες με τα προηγούμενα, όμως θα είναι κάτι καινούριο, κάτι άλλο. Κάτι που θα κάνει τους ανθρώπους να ξυπνήσουν μια μέρα και να πουν: ίσως αυτό που έκανα τόσα χρόνια έτσι, να το κάνω αλλιώς. Ίσως αποφασίσω να προχωρήσω μπροστά, ξεχνώντας ότι θα με κατηγορήσουν οι γύρω μου επειδή είμαι διαφορετικούς.
Ο φόβος. Αυτή η καταραμένη λέξη που κρατάει τον άνθρωπο ριζωμένο σε μια θέση, σε ένα σημείο, ο χρόνος περνάει, κι εκείνος μένει στάσιμος. Φόβος για επικριτές, για ριζικές αλλαγές, για τον θάνατο, για το τι τον περιμένει μετά. Βαρέθηκα να ακούω για ανθρώπους που φοβούνται να κάνουν κάτι διαφορετικό από τη ρουτίνα τους. Και όχι, αυτός που έπειτα από 15 χρόνια γάμου αποφασίζει να χωρίσει για να ζήσει τη ζωή που δεν έζησε παλιά, δεν αλλάζει τη ζωή του. Απλά παραδέχεται ότι δεν κατάφερε να την αλλάξει σωστά.
Ποιος θα κρίνει το σωστά; Εγώ και τα υπόλοιπα μέλη αυτού του κόσμου που κρατάμε στα χέρια μας το μέλλον της ζωής μας και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να κρίνει τον κόσμο που θα ζήσουμε.
Φανταστείτε τι θα γινόταν αν μια μέρα ανακοίνωναν ταυτόχρονα όλοι οι αρχηγοί όλων των κρατών στον κόσμο, πως όλη η τέχνη που γνωρίζαμε ως σήμερα καταστράφηκε. Εγώ μπορώ να φανταστώ: όλοι θα άρπαζαν ένα πινέλο, ένα μολύβι, μια κιθάρα, ένα πιάνο, ένα πληκτρολόγιο, μια κάμερα, μια φωτογραφική μηχανή, ένα μαγνητόφωνο, ένα σφυρί κι ένα καλέμι και οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί, και θα αρχίσει να παράγει τέχνη. Θα μεταφέρει με όποιο τρόπο μπορεί τις σκέψεις του για οτιδήποτε θέλει και θα δημιουργήσει κάτι νέο. Γιατί θα έχει στο νου του πως κάθε είδος τέχνης που υπήρχε δεν υπάρχει πια κι έτσι δεν μπορεί να χρωματίσει τη ζωή του.
Ξέρω καλά πως δεν είμαι το μοναδικό ον στον κόσμο που πιστεύει ότι είναι σχεδόν μόνος του και τον κοιτάζουν σαν εξωγήινο. Για την ακρίβεια, ξέρω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στις σύγχρονες κοινωνίες ζουν έτσι. Είτε γιατί ο εγωισμός τους δημιουργεί αυτού του είδους την άμυνα για να μπορέσουν να σταθούν όρθιοι, είτε γιατί απλά τους κοιτάζουν σαν να είναι εξωγήινοι.
Ξέρετε γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί όλοι είμαστε σαν εξωγήινοι πια. Δεν υπάρχει τίποτα κοινό μεταξύ μας, καμία ομοιότητα πλέον. Δεν είμαστε άνθρωποι, δεν είμαστε καν ζωντανοί. Έχουμε χάσει κάθε ίχνος δημιουργικότητας που θα μπορούσαμε να έχουμε και φυσικά, κατηγορώ πρώτα στη σειρά αλλά με ίσο ποσοστό ευθύνης, όσους τους προηγούμενους είχαν την ευθύνη να μας μεγαλώσουν και δεν το έπραξαν σωστά. Υπήρξαν άνθρωποι που προσπάθησαν πολύ, αλλά ένα πράγμα δεν είναι κανείς ικανός να το μεταφέρει: δημιουργικότητα.
Αυτό που σε ξυπνάει τα άγρια χαράματα ή σε σηκώνει το βράδυ από τον καναπέ για να γράψεις μερικές αράδες. Που σου λέει: πέτα στον καμβά 3 χρώματα τυχαία και ανακάτεψε τα χέρια σου, κάποια μέρα θα πάρεις και πινέλο. Η σκέψη που σε οδηγεί στη δημιουργία ενός νέου κόσμου, μιας νέας έννοιας, που εμπνέει τους γύρω σου και σε κάνει χαρούμενο που έκανες τους άλλους να δουν -για λίγο- μέσα από τα δικά σου μάτια.
Κανείς δεν δίδαξε ποτέ τον άνθρωπο πως να παίζει μουσική και κανείς δεν είχε νόημα να το κάνει ποτέ. Οι κανόνες, είναι βασικές έννοιες τις οποίες ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται διαφορετικά και οι παραλλαγές των κανόνων δημιουργούν τη διαφορετικότητα ανάμεσα στους ανθρώπους. Η νότα “ντο” είναι συγκεκριμένη, όταν όμως κάποιος σκέφτηκε να τις προσδώσει κάτι διαφορετικό, έθεσε τις βάσεις για κάτι εντελώς διαφορετικό και καινούριο. Έναν κόσμο έτοιμο να τον ανακαλύψουν.
Όταν οι κανόνες τελειώνουν, η λύση δεν είναι να κάτσεις πάνω τους και απλά να δημιουργείς πανομοιότυπα είδωλά τους. Η λύση είναι να φτιάξεις καινούριους και να πετάξεις τους παλιούς. Η λύση είναι η αλλαγή, κάτι καινούριο ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ! Κάτι που να συναρπάζει, κάτι που να τους κάνει όλους να σκεφτούν διαφορετικά, να προχωρήσουν παραπέρα. Αυτός ο κόσμος δεν έχει όρια εκεί που πιστεύουμε. Τα όρια της Γης είναι χρονικά και σταματούν εκεί που ο ήλιος γίνεται κόκκινος γίγαντας και τα καίει όλα, πηγαίνοντάς τα στη λήθη. Εκεί που όλοι θα ξεχαστούν για πάντα και θα τελειώσει το… παραμύθι.
Μέχρι τότε, ο άνθρωπος θα επιβιώσει… μάλλον. Θα βρει τρόπο και θα τα καταφέρει, το ξέρουμε όλοι μας αυτό πολύ καλά. Αν υπάρχει ένας τρόπος κάποιος να ζει αιώνια, είναι μέσα από αυτά που πέτυχε μέχρι να πεθάνει. Εφόσον το καταφέρει, ζει αιώνια όπως ο Σέξπιρ, ο Μόρισον, ο Μπετόβεν, η Τζόπλιν, ο Βαν Γκογκ, ο Ντίσνεϊ, ο Τσάρλι Τσάπλιν. Θα μου πείτε, αφού όλα κάποτε θα πάνε στη λήθη, γιατί όλα αυτά;
Η απάντηση βρίσκεται στην αιώνια αμαρτία του ανθρώπου: την ανάγκη για φήμη. Στην ανάγκη όλων των ανθρώπων να στηρίζονται σε ινδάλματα και μεγάλες μορφές, για να έχουν δεκανίκια όσο ζουν στη σκιά τους. Κι όμως, όλοι οι παραπάνω κάποτε ήταν στη δική τους σκιά, σκεφτόντουσαν τρόπους για να ζήσουν για πάντα και τους βρήκαν. Ο καθένας τον δικό του, διαφορετικό και ξεχωριστό τρόπο.
Δεν ήταν αυθεντίες. Δεν ήταν θεοί. Ήταν άνθρωποι που επέλεξαν την δημιουργικότητα γιατί την συνειδητοποίησαν.
Όταν αυτός ο κόσμος τελειώσει, και γίνει ο απολογισμός, η κατάληξη θα είναι αυτή: η δημιουργικότητα θα πεθάνει όταν η Φύση θελήσει. Μέχρι τότε, είτε το θέλει ο άνθρωπος, είτε όχι, θα υπάρχει μέσα του. Αυτός είναι το πινέλο, το πιάνο, η κάμερα, η φωτογραφική μηχανή και η εξέλιξη είναι ο ζωγράφος, ο μουσικός, ο σκηνοθέτης και ο φωτογράφος.
29/7/11
Για την Αθήνα μας
του Βάρναλη η φωτιά ακόμα καίει
ένα θολό μυαλό που όλο κλαίει
Της Αθήνας η καρδιά κοντά τους σιγοσβήνει
μονάχη, χάνει τη ζωή μακριά απ' τα παιδιά της
έφυγαν όλοι σαν προφήτες του παρόντος
Σύντροφοι, γονείς και αδέλφια της χαθήκαν
το τέλος πλησιάζει έρημο και θλιβερό
θλιμμένο για το πλήγμα που θα δώσει
Τους νώθους γιούς της χαιρετά
τις κόρες τις παρθένες στην καρδιά
και λέει αντίο. Ελπίδα είναι τα παιδιά, και η κατάρα σας.
27/7/11
Determination
and the common man
lies determination in the worst of moments.
Common men who reach it
become adventurers.
Adventurers who grab it
become immortals.
If someone throws it away
he becomes peaceful.
20/7/11
Το δέντρο κι ο μοναχός
Να φθονήσουν
Οτιδήποτε θελήσουν
Η καρδιά μου όμως εμένα
Σου ανήκει για πάντα
Κι όταν φτάσω τριάντα
Θα με κάνεις παιδί
Και θα μείνω κοντά σου
Μέσα στην αγκαλιά σου
Σαν ασπίδα μπροστά
Στην θολή σου ματιά
Η ψυχή μου δικιά σου
Είμαι μες την καρδιά σου
Με τα χέρια σφιγμένα
Θα της δώσω πνοή
Κι αν το δέρμα μια μέρα
Θα ζαρώσει σαν χώμα
Η ψυχή θα ριζώσει
Να του δώσει πάλι χρώμα
Και σε μια καρέκλα.
Ένα όμορφο πρωί.
Θα ταξιδέψουμε για άλλα μέρη.
Εκεί που το δέντρο και ο μοναχός
Αγαπιούνται από μακριά.
2/7/11
Ο Παύλος ζει
Κρύο καυτό στα μάτια
Στην ψυχή αγκάθια
Σκέφτεσαι αν.
Ένας λυγμός
Μουγκές οι γάτες
Αίμα το κρασί
Αναρωτιέσαι τι.
Ο Παύλος ζει
Βουβά ηχεία
Αγάπη ξαπλωτή
Πώς και γιατί.
Καπνός ομίχλη
Γέλιο πνιχτό
Δάκρυ ελπίδας
Ζούμε.
30/6/11
Νισάφι πια!
Λατρεύω να κάνω μεγάλες εισαγωγές, όμως σήμερα δεν μου έβγαινε.
Και δεν μου έβγαινε γιατί δεν αντέχω πια τα μεγάλα λόγια, αν και είμαι πολύ μικρός σε ηλικία. Δεν αντέχω πια τις πολιτικές αναλύσεις, τις κοινωνικές αναλύσεις, γενικότερα τις αναλύσεις.
Βαρέθηκα να ξυπνάω κάθε μέρα και να έχω τουλάχιστον 2 ομάδες ανθρώπων στο μυαλό που αν μου δινόταν η επιλογή, θα τους στερούσα το δικαίωμα στην ελευθερία και στη ζωή. Κι ας μην είμαι Θεός, Αλλάχ, Βούδας ή οτιδήποτε άλλο θέλετε.
Δεν αντέχω να γνωρίζω ότι δεν μπορώ να είμαι ούτε μισή ώρα ήσυχος στην πόλη στην οποία μεγάλωσα, περπάτησα, έζησα, μέθυσα, έδωσα το πρώτο μου πραγματικό φιλί αγάπης.
Βαρέθηκα να ζω μια ζωή στην οποία προσπαθώ κάθε δευτερόλεπτο να νιώσω ελεύθερος και ξαφνικά σε λίγες ώρες, να νιώθω φυλακισμένος. Άνθρωπος που του στερούνται τα στοιχειώδη δικαιώματά του στη ζωή και στην αλλαγή.
Κουράστηκα από τα 25 μου χρόνια να πιστεύω σε αξίες, ιδανικά και επαναστάσεις του λόγου, γραπτού ή προφορικού. Γνώριζα εδώ και χρόνια τι σημαίνει να είσαι ζώο, τι σημαίνει να έχεις ένστικτα, όμως για πρώτη φορά το νιώθω τόσο πολύ.
Δεν θα δίσταζα ούτε στιγμή να σπάσω τα πόδια και τη μέση ενός σκουληκιού που μου στερεί το δικαίωμα να «ξηλώσω» αυτούς που ψηφίστηκαν για να δώσω μια νέα ελπίδα στη ζωή μου. Δεν θα φοβόμουν να τον κοιτάξω στα μάτια και να του πω: «Εύχομαι να ψοφήσεις μαρτυρικά, και δεν με νοιάζει πόσα παιδιά έχεις».
Γιατί πραγματικά δεν με απασχολεί. Αυτός δεν είναι άνθρωπος. Είναι ένα ον που είναι γεννημένο να ρίχνει δακρυγόνα, που πωρώνεται να δέρνει και να προκαλεί. Γιατί αν είχε έστω την παραμικρή αξία ως πρόσωπο, άρα και αξιοπρέπεια και αυτοεκτίμηση, θα πετούσε κάτω το γκλοπ και θα στεκόταν στο πλευρό του κόσμου.
Πολύ απλά γιατί ότι και να κάνει, μια μέρα κι αυτός θα χάσει από το μισθό του, θα δει τα παιδιά του να πεινάνε, τη γυναίκα του να είναι λυπημένη και θα «συλλάβει» τον εαυτό του απελπισμένο να αναρωτιέται «γιατί;».
Η απάντηση θα είναι: γιατί όταν όφειλες, δεν έκανες το πραγματικό σου καθήκον, δεν προστάτεψες τη Δημοκρατία και τον λαό που προσπαθεί να την ξαναγεννήσει. Και ερχόμαστε τώρα στο άλλο κομμάτι του ζητήματος. Τον λαό.
Όταν ρε αδαή, ανίδεε Έλληνα, κατεβαίνεις στις πλατείες και απειλείς το κράτος του εγκλήματος και τον λαμόγιων, είναι προφανές ότι θα βρεις μπροστά σου τα… σώματα ασφαλείας. Είναι προφανές ότι θα βρεθείς πρόσωπο με πρόσωπο με τα ξαδέρφια τους κουκουλοφόρους.
Και αντί να οργανωθείς, να συσπειρωθείς και να εξοπλιστείς με αμελέτητα και κυρίως, με όπλα, κάθεσαι και κρατάς πανό, διαδηλώνεις «ειρηνικά» και πετάς γαρύφαλλα στον ΜΑΤατζή. Σοβαρά τώρα, για πόσο καιρό θα συνεχίσετε να πιστεύετε ότι η ειρήνη και η συζήτηση είναι η λύση;
Η ιστορία του ανθρώπινου είδους και δη του ελληνικού έθνους, έχει αποδείξει αμέτρητες φορές, άρα δεν πρόκειται για σύμπτωση, ότι μόνο με μάχη, μόνο με πόλεμο, μόνο με πόνο, ιδρώτα, αίμα και ίσως θάνατο, επιτυγχάνονται οι μεγαλύτερες αλλαγές.
Ζούμε μια τραγωδία, δεν ζούμε μια κακή περίοδο. Δεν είναι οικονομική κρίση πια, αυτή πέρασε. Η κατάρρευση της ζωής μας έχει φτάσει, δεν πλησιάζει. Είναι εδώ, σήμερα, τώρα, μέσα στα σπίτια μας, στις δουλειές μας, στις πλατείες, στα ταμεία ανεργίας, στα κέντρα απεξάρτησης από τα ναρκωτικά.
Οφείλουμε να παλέψουμε, γιατί δεν έχουμε φτάσει στον πάτο. Το σάπιο βαρέλι της Ελλάδας, έχει πολύ ακόμα για να τελματώσει. Για να πούμε ότι φτάσαμε όσο χαμηλότερα γίνεται και δεν έχουμε τίποτα άλλο να μας διαλύσει. Όμως όταν θα φτάσουμε στο σημείο να μην έχουμε να φάμε και αυτά που θεωρούσαμε δεδομένα γιατί μας δόθηκαν εκ γενετής, δεν θα μπορούμε να πολεμήσουμε.
Τώρα, έχουμε πολλά να χάσουμε, όμως έχουμε ακόμα περισσότερα να κερδίσουμε. Η πάλη του λαού, δεν είναι κόκκινη, μπλε, πράσινη ή οποιοδήποτε χρώμα. Είναι αυτό που είναι και αυτό που οφείλει να συμβεί, αν ο κόσμος, αν οι Έλληνες, θέλουν να ξαναλέγονται έθνος. Όχι για να τους θεωρούν οι άλλοι έθνος, αλλά για να θεωρούν τους εαυτούς τους.
Πάει το τάβλι στην παραλία και το καμάκι. Πάνε τα σουβλάκια και η ταυτότητα της χώρας. Είμαστε ένα μηδενικό που τείνει προς το αρνητικό και είναι δική μας επιλογή, αν θα σώσουμε τους εαυτούς μας από αυτό ή αν θα επιλέξουμε να κυληστούμε στο βούρκο της ακολασίας μαζί με αυτούς που μας έφτασαν ως εδώ, επειδή εμείς κρίναμε λάθος τόσα χρόνια με τις ψήφους μας.
Είμαστε όλοι υπεύθυνοι, είμαστε όλοι λάθος σε πολλά πράγματα που έχουν γίνει ως σήμερα, όμως νισάφι πια! Δεν αντέχεται αυτή η κατάσταση. Είμαι 25 χρονών, ο άνθρωπος που θέλω να ξυπνάω δίπλα του και να κοιμάμαι δίπλα του είναι όσο ερωτευμένος όσο κι εγώ με την Αθήνα, αλλά σκέφτομαι όχι απλά να την εγκαταλείψω, αλλά να φύγω οριστικά από τη χώρα και να μην κοιτάξω πίσω μου.
Δεν ένιωσα ποτέ μου Έλληνας και χρειάστηκε να ζήσω τους τελευταίους μήνες στο πετσί μου, για να καταλάβω πως δεν χρειάζεται να νιώθεις Έλληνας, να πηγαίνεις σε παρελάσεις, στην εκκλησία και να ανήκεις στην πλειοψηφία των Ελλήνων από πλευράς συμπεριφοράς, για να ενδιαφερθείς για αυτή τη χώρα.
Δήλωνα και θα συνεχίσω να δηλώνω πολίτης του κόσμου, όμως το «χωράφι» μου είναι εδώ. Για αυτό θα πολεμήσω, γιατί εδώ γεννήθηκα και μεγάλωσα. Μην μου στερήσετε το δικαίωμα, όλοι εσείς που έχετε τα ίδια, περισσότερα ή λιγότερα βιώματα από εμένα, να προσπαθήσω να παλέψω μόνος μου για κάτι καλύτερο.
Μην μου το στερήσετε, γιατί τότε θα αναγκαστώ να στερήσω κι εγώ από την χώρα μου έναν ακόμη άνθρωπο που ενδιαφέρθηκε πραγματικά για αυτήν. Και αυτό δεν είναι εγωιστικό, είναι η έννοια της δημοκρατίας και του έθνους. Όσο περισσότεροι «εγώ» φύγουν, τόσο λιγότερο θα ζει η χώρα αυτή. Ο τόπος με την ευλογημένη γη και τους καταραμένους ανθρώπους.
Νισάφι πια. Βοήθεια. Συσπείρωση. Ενότητα. Πόλεμος. Μάχη σώμα με σώμα με αυτούς που μας στερούν τα πάντα γιατί εμείς τους δώσαμε το δικαίωμα. Οφείλουμε να τους το πάρουμε, για να έχουμε το δικαίωμα στα όνειρά μας. Για να μπορούμε να κάνουμε κουμάντο εμείς στις ζωές μας.
24/2/11
Περί αυθεντίας...
23/1/11
Κρυφτό με το "εγώ"
Με το παλιό εγώ σου σαν παλεύεις.
Είναι πιο δυνατό από σένα.
Όλοι είναι πιο δυνατοί από σένα.
Μα κανείς πιο ισχυρός
Από τον παλιό σου γέρικο εαυτό
18 χρονώ.
Μια σκέψη μουρλή
Σου φτιάχνει την ημέρα
Μες τις φωτογραφίες κοιτάς
Ψάχνεις εσέ και εκείνους.
Άδικα αναζητάς.
Πάντα ήσουν.
Πάντα είσαι.
Πάντα θα είσαι.
Ένα κακέκτυπο του εαυτού που πλασάρεις.
Μια σάπια έκδοση του εγώ που προστατεύεις.
Ένας κλειστός φακός στο τούνελ της ζωής.
Στην αγάπη μου, στη μητέρα μου, στον αδερφό μου, στον πατέρα μου, στη γιαγιά και στον παππού, στον ξάδερφό μου, στην Κατερίνα, στον Ηλία, τον Γιάννη, τον Δημήτρη, τον Σπύρο, τους Βασίληδες, τους ανθρώπους, στα ζώα, στον Θεό.
12/1/11
Λεν
Ξεπετιέται αίφνης
Κει που δεν την περιμένεις
Και σου γεμίζει την ψυχή
Με φως καθάριο σκοτεινό
Τρομακτικό
Η έμπνευση λεν
Πως έρχεται από κλάμα
Άσματα ασμάτων γράφτηκαν
Γεμάτα με λυγμούς
Κι ελάχιστα η μνήμη μου
Από χαρά και λάμψη
8/1/11
A love enlightened
A pain embroidered with silk
These eyes of lightning
These seas of feelings
The touch of pain
The tears of vain
In death we trust
In hell we dance
There is none left
There are only flowers
From where we came?
From dusk till dawn we ask
2/1/11
Time to pay for your sins
The cat of silence approached
Freezing air though the nose
A peaceful, iced brain
The witch of sins embraces me
Walking alone in streets of other worlds
A fire burning in the heart
Ready to melt your world down
I paid for my sins, it’s time for you
The gatherer of souls is here to take its toll
The payment is at hand
The punishment? One hand!